Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Το αμάξι της.

Πλέον ακούω αποκλειστικά ερασπορ στο αμάξι. Αργά το βράδυ έχει εκείνη την εκπομπή που αλλόκοτοι τύποι με βραχνή φωνή τηλεφωνούν στο σταθμό και κράζουν. Ξενυχτάνε μόνοι τους σε κάθε γωνιά της χώρας με το ραδιόφωνο αγκαλιά. Τους φαντάζομαι να καπνίζουν. Δεν γνωρίζονται μεταξύ τους αλλά είναι μέλη στην ίδια παράδοξη παρέα και μάλλον θα χαίρονταν να γνωρίζονται. Είμαι και γω ανάμεσά τους, όχι δεν είμαι μόνη μου, αλλά απολαμβάνω την συντροφιά τους γιατί είναι πιστή, και οι διαθέσεις τους τίμιες.

Κηφισίας.
Οδηγάω ευχάριστα το βράδυ. Οι δρόμοι είναι άδειοι, τα φώτα της πόλης χαϊδεύουν άτσαλα τον αμφιβληστροειδή και οι συνοδοιπόροι δεν προλαβαίνουν να διασταυρώσουν, για πολύ, βλέμματα στα φανάρια. Τραγουδάω ελεύθερα και φωναχτά, δεν σκοτίζομαι που μιλάω μόνη μου με τις ώρες, κανείς δεν προλαβαίνει να με δει και αν το κάνει, στα μαύρα βραδινά μου ρούχα το υποτιθέμενο χαντςφρι μου χάνεται.

Βασ. Σοφίας.
Κινούμαι στους δρόμους της πόλης το βράδυ και γυρνάω σπίτι κουρασμένη για να γράψω εδώ πως τσουλάνε οι ρόδες μου στην άσφαλτο. Τσουλάνε μουγκρίζοντας αλλά γοργά. Το αμάξι έχει τα προβληματάκια του (σασμάν) και η οδηγός του δεν έχει κανένα. Τα βρίσκει με τον εαυτό της τον συνοδηγό. 

Βουλιαγμένης.
Όταν ήταν μικρή (γίνεται όλο και πιο φανερό πως τα μικρά μου χρόνια είναι το μεγαλύτερό μου χάρισμα) έβλεπε συχνά στα όνειρά της πως πέταγε με ένα κόκκινο αμάξι. Ένα παλιό κόκκινο αμάξι που είχαν κάποτε οι δικοί της και που χώραγε και περίσσευε στο πίσω κάθισμα -ακόμα δεν είχε ούτε αδερφό- εκείνη και το μαξιλάρι της με τα κορδελάκια του. 

Κύπρου.
Μπορεί πια να μην πετάει αλλά γκαζώνει άμα θέλει. Σκαλίζει την επιφάνεια του τιμονιού με το νύχι της επίμονα, ανάλογα με την ένταση της σκέψης της. Δεν χάνεται σχεδόν ποτέ, αλλά όταν χάνεται δεν λυπάται καθόλου ακόμα κι αν έχει ξεμείνει (πάλι) με τη ρεζέρβα.

Παρκάρει. (με δυο κινήσεις)
Σιγαλιά στη γειτονιά και λίγα φώτα. Ρομαντικοί είναι πάντα οι κοιμισμένοι. Ονειρεύονται άλλωστε και ας το ξεχνάνε. Θα κάτσει λίγο στο αμάξι, θα κοιτάξει τα δέντρα πάνω από το κεφάλι της-αύριο πάλι τα πουλιά θα έχουν γεμίσει την οροφή γούρια. Αν μπορούσε να κοιμηθεί στο αμάξι θα το έκανε, και θα άκουγε όλη τη νύχτα ερασπορ. Το κλειδώνει και φεύγει και το αφήνει στη σκιά ενός δέντρου που το σκεπάζει με φυλλωσιά σαν αυτή της ιτιάς. Το αγαπάει το αμάξι της γιατί ξέρει τα πάντα γι αυτή. Πόσες νυχιές έχει το τιμόνι της, σε πόσα τραγούδια μπερδεύει τα λόγια, πόσα αγόρια έχει γνωρίσει, πόσα φευγιά της έχει επιτρέψει, σε πόσα αδιέξοδα έχει κάνει όπισθεν εγκαίρως και σε πόσα άλλα απλά πέρασε μέσα απ'τον τοίχο.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου